Στεφανιαία Νόσος
Αποτελεί πρωταρχική αιτία θανάτου στις Δυτικές κοινωνίες, οφειλόμενη στην πλειονότητα των περιπτώσεων σε στενωτικές βλάβες στεφανιαίων αρτηριών, παρουσία αθηρωματικών πλακών. Ο όρος στηθάγχη, χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Heberden to 1772, ώστε να περιγράψει ένα αίσθημα συσφικτικής δυσφορίας στο στήθος, κυρίως στην κόπωση. Η στεφανιαία νόσος ταξινομείται σε οξέα ισχαιμικά σύνδρομα και χρόνια στεφανιαία νόσο. Το φάσμα των οξέων συνδρόμων περιλαμβάνει την ασταθή στηθάγχη, το οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου και τον αιφνίδιο θάνατο. Στηθάγχη, καλείται το κλινικό σύνδρομο προκάρδιας δυσφορίας στο στήθος, την κάτω γνάθο, τούς ώμους τη ράχη και τους βραχίονες. |
Στην τυπική μορφή της, εκλύεται με την σωματική καταπόνηση ή την συναισθηματική φόρτιση και ανακουφίζεται με την διακοπή της άσκησης ή με χρήση νιτρογλυκερίνης. Η μυοκαρδιακή ισχαιμία, λογω ανισορροπίας μεταξύ απαιτήσεων και προσφοράς εκλύει τον πόνο. Η στηθάγχη μπορεί να οφείλεται σε διαταραχή αιμάτωσης μυοκαρδίου, λόγω αιμοδυναμικά σημαντικής ανατομικής στένωσης στεφανιαίας αρτηρίας, κυρίως παρουσία αθηροσκληρυντικών αλλοιώσεων, αλλά μπορεί να εμφανισθεί και παρουσία «φυσιολογικών» στεφανιαίων αρτηριών, οφειλόμενη κυρίως σε αρρυθμιστη υπέρταση, βαλβιδοπαθειες αγγειόσπασμο ή παρουσία υπερτροφικής μυοκαρδιοπάθειας. Η παθογένεια της μυοκαρδιακής ισχαιμίας είναι σύμπλοκη. Παρόλ΄αυτά, η αθηροσκλήρυνση των αγγείων διαδραματίζει σημαντικότατο ρόλο στην πρόκληση ισχαιμίας. Συνεπώς, η γνώση των παθογενετικών μηχανισμών της αθηρογένεσης είναι καίρια για πρόληψη και την έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση των καρδιαγγεικών συμβαμμάτων.