Οξύ Ισχαιμικό Σύνδρομο


Τα καρδιαγγειακά νοσήματα ευθύνονται για υψηλό ποσοστό θανάτων, αποτελούν την πρώτη αιτία θνητότητας στις Ευρωπαϊκές χώρες. Η αθηρωμάτωση των στεφανιαίων αρτηριών είναι η αίτια  των οξέων και χρόνιων ισχαιμικών συνδρόμων. 


Το οξύ ισχαιμικό σύνδρομο μπορεί να έκδηλωθεί ως: 

  • ασταθής στηθάγχη
  • οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου, χωρίς ανάσπαση του ST
  • οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου, με ανάσπαση του ST
  • αιφνίδιος καρδιακός θάνατος

Κοινό χαρακτηριστικό των ασθενών, είναι η ισχαιμία του μυοκαρδίου, λόγω αιφνίδιας απόφραξης πλήρους ή μερικής του αυλού της στεφανιαίας αρτηρίας. Μια ευάλωτη αθηρωματική πλάκα, μετά από ρήξη/εξέλκωση/διάβρωση κινητοποιεί τους μηχανισμούς πήξης in  situ και δημιουργείται θρόμβος, ο οποίος παρεμποδίζει την απρόσκοπτη ροή αίματος στην στεφανιαία αρτηρία και αιμάτωση του υποκείμενου μυοκαρδίου. Η απόφραξη επίσης μπορεί να είναι δυναμική, με αποτέλεσμα την αυτόματη ύφεση συμπτωμάτων και τυχόν υποτροπή σε δεύτερο χρόνο. Εκτός από τη αθηρωμάτωση, ο σπασμός, η εμβολή και η φλεγμονή των στεφανιαίων αγγείων αποτελούν παθογενετικοί μηχανισμοί οξείας απόφραξης των. 

Ο ασθενής περιγράφει οξύ άλγος, συχνότερα οπίσθοστερνικά, συσφικτικού τύπου, με αντανάκλαση στη ράχη, στα δυο άνω άκρα, στην κάτω γνάθο και συνοδά συμπτώματα εφίδρωσης, ναυτίας, εμετού. Διάρκεια άλγους πάνω από 20-30 λεπτά είναι ενδεικτικά οξέως εμφράγματος μυοκαρδίου και χρήζει άμεσα εκτίμησης από ιατρό. Υπάρχουν βέβαια και ασθενείς με λιγότερο τυπική εικόνα, όπως επιγαστραλγία, αιφνίδια εφίδρωση, ζάλη και απώλεια συνείδησης. Σε κάθε περίπτωση, ο ασθενής και το οικείο περιβάλλον πρέπει να είναι σε εγρήγορση και επικοινωνία ώστε να τεθεί άμεσα διάγνωση. Η συμπτωματολογία του ασθενούς, σε συνδυασμό με τους παράγοντες κινδύνου για πιθανή στεφανιαία νόσο, (δηλαδή σακχαρώδης διαβήτης, αρτηριακή υπέρταση, υπερλιπιδαιμία, κάπνισμα, κληρονομικότητα και προηγούμενο ιστορικό στηθάγχης), το ηλεκτροκαρδιογράφημα και υπερηχοκαρδιογράφημα και αιματολογικές εξετάσεις θέτουν τη διάγνωση. Η θεραπεία είναι φαρμακευτική και επεμβατική, ανάλογα με την κλινική μορφή του ισχαιμικού συνδρόμου.